ὑψηλότατα

ὑψηλότατα
ὑψηλός
high
adverbial superl
ὑψηλός
high
neut nom/voc/acc superl pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ὑψηλοτάτας — ὑψηλοτάτᾱς , ὑψηλός high fem acc superl pl ὑψηλοτάτᾱς , ὑψηλός high fem gen superl sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • высоцѣ — (3*) нар. Возвышенно: Сице же ѹбо ст҃а˫а ст҃мъ. ˫ако же и серафимы покрывае(т)сѩ и слави(т). треми ст҃ьствы въ едино сходѩщемъ. г(с)ьство и бж(с)тво. иже и другому сѩ кому преже на(с) любомудрьствило. добрѣ еже и высоцѣ. (ὑψηλότατα) ГБ XIV, 7а;… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • κατασκοπία — Δραστηριότητα μυστικού χαρακτήρα, η οποία αποσκοπεί στη συλλογή πληροφοριών που αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, την πολεμική ετοιμότητα κρατών, των οποίων οι σχέσεις είναι ή εκτιμάται ότι θα γίνουν εχθρικές. Η δραστηριότητα αυτή, για την οποία αρχικά… …   Dictionary of Greek

  • υψοτάτω — Α επίρρ. (υπερθ. βαθμός τού ὑψοῡ) υψηλότατα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕψι «ψηλά» + κατάλ. τών επιρρ. υπερθ. βαθμού ο τάτω (πρβλ. τηλ ο τάτω, μακρ ο τάτω)] …   Dictionary of Greek

  • χαρτί — Λεπτό συμπιεσμένο στρώμα από επάλληλες ύλες κυτταρίνης, που χρησιμοποιείται κυρίως για γράψιμο ή ως υλικό συσκευασίας. Πρώτη ύλη για την κατασκευή του χ. είναι οι ίνες κυτταρίνης, που περιέχονται στα απορρίμματα του βαμβακιού, του λιναριού, του… …   Dictionary of Greek

  • Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον …   Dictionary of Greek

  • Γουινέα-Μπισάου — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γουινέα Μπισάου Παλαιότερη ονομασία: Πορτογαλλική Γουινέα Έκταση: 36.120 τ.χλμ Πληθυσμός: 1.345.479 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπισάου (288.295 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με την Σενεγάλη …   Dictionary of Greek

  • Ζιμπάμπουε — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ζιμπάμπουε Παλαιότερη ονομασία: Ροδεσία Έκταση: 390.759 τ. χλμ Πληθυσμός: 11.376.676 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Χαράρε (1.864.000 κάτ. το 2002)Κράτος της νοτιοκεντρικής Αφρικής. Συνορεύει στα Α και στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Πιζάνι — (Pisani). Αριστοκρατική βενετσιάνικη οικογένεια αβέβαιης καταγωγής –ίσως από την Πίζα–, πολλά μέλη της οποίας ανήλθαν σε υψηλότατα αξιώματα (εκκλησιαστικά, διπλωματικά, στρατιωτικά κ.ά.). Σπουδαιότεροι ήταν οι εξής: 1. Αλβίζε, (1663 – 1741).… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”